Σελίδες1

Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

Ελαιόλαδο Λέσβου.



Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη Λέσβο χωρίς τα ελαιόδενδρά της που ασημίζουν κάτω από το άπλετο φως του ήλιου. Εκτός από τη θάλασσα, κανένα άλλο αγαθό της φύσης δεν δέθηκε τόσο πολύ με τον Ελληνικό χώρο, όσο η ελιά και το λάδι της, που έθρεψε τόσους πολιτισμούς, από τη βαθιά αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Οι περιοχές στις οποίες καλλιεργείται η ελιά στη Λέσβο, είναι ορεινές ή ημιορεινές με ξερικά, φτωχά σε ουσία εδάφη. Αυτή η ιδιομορφία της καλλιέργειας σε σχέση με τη ποικιλία, είναι που προσδίδει στο λεσβιακό ελαιόλαδο την υπεροχή σε γευστικότητα και τον εμπλουτισμό σε αρωματικές ύλες.
Λόγω της μη συστηματικής καλλιέργειας ή λόγω της ορεινότητας των περιοχών και της δυσβατότητας των ελαιώνων, η χρήση λιπασμάτων στα ελαιόδενδρα στη Λέσβο, μπορούμε να πούμε ότι είναι περιορισμένη. Εξάλλου η καταπολέμηση του δάκου γίνεται με οργανωμένους από τη Νομαρχία ψεκασμούς από το έδαφος, κατά τους οποίους ψεκάζεται μόνο ο κορμός και όχι το φύλλωμα του δένδρου. Έτσι η επιβάρυνση είναι
η μικρότερη δυνατή.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελαιολάδου της Λέσβου έχουν και επίσημα αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία το έχει κατοχυρώσει ως «ΠΡΟΪΟΝ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΕΝΔΕΙΞΗΣ». Επίσης για τα «εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα» της Λέσβου, έχουν εγκριθεί ως ΠΟΠ «ΠΡΟΪΟΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑΣ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗΣ» οι τοπωνυμικοί χαρακτηρισμοί Μυτιλήνη, Καλλονή Λέσβου και Πλωμάρι Λέσβου.
Έτσι, περιφρουρημένο το Λεσβιακό ελαιόλαδο από πλευράς αγνότητας και ποιότητας, προσφέρεται στην κατανάλωση με τα παρακάτω μακροσκοπικά και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά:
Τη χαρακτηριστική λεπτόρευστη υφή του ( χαμηλό ιξώδες-απαλή γεύση) η οποία οφείλεται στο σχετικά αυξημένο βαθμό ακορεστότητας των λιπαρών του οξέων, σε σχέση με άλλα παχύρευστα ελαιόλαδα, γεγονός που του δίνει πρόσθετη βιολογική αξία, αφού τούτο συνάδει ευθέως με τις σύγχρονες ιατρικές αντιλήψεις.
Το ελαφρύ χρυσοκίτρινο χρώμα του, που οφείλεται στη μικρή περιεκτικότητά του σε χλωροφύλλη που ίσως είναι και η καλύτερη άμυνα στο χρόνο για το εμφιαλωμένο προϊόν.
Το άρωμα και η γεύση του χυμού της αιγαιοπελαγίτικης ελιάς, που το καθιέρωσαν σαν το ονομαστό προϊόν της υπαίθρου της Λέσβου.
Όσον αφορά στις συγκεκριμένες ποικιλίες, η Κολοβή, γνωστή και ως Μυτιληνιά, έχει περιεκτικότητα σε λάδι εξαιρετικής ποιότητας, με έντονο άρωμα, απαλή, γλυκιά γεύση και είναι από τις καλύτερες ελαιοποιήσιμες ποικιλίες, τόσο από πλευράς ελαιοπεριεκτικότητας, όσο και από πλευράς ποιότητας, ενώ η Αδραμυτινή δίνει λάδι λεπτόρευστο, με εξαιρετικό άρωμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...