Σελίδες1

Σάββατο 31 Ιανουαρίου 2015

ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ «ΧΡΥΣΑΦΙ»



ΕΛΑΙΟΛΑΔΟ ΛΕΣΒΟΥ: ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ «ΧΡΥΣΑΦΙ»

Θεόφιλος, ο κυριότερος εκπρόσωπος της ελληνικής λαϊκής ζωγραφικής, απεικόνισε με τον δικό του μοναδικό τρόπο τον ελαιώνα της Λέσβου και τους ανθρώπους που δούλευαν στις ελιές. Κορυφαίο έργο της συλλογής «Το μάζεμα των ελαιών εν Μυτιλήνη» του 1933.




Ανάμεσα στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα συντελείται στη Λέσβο ένας έντονος κοινωνικός και οικονομικός μετασχηματισμός. H καλλιέργεια αμπελιών και σιτηρών που
κυριαρχούσε στο νησί για αιώνες, δίνει τη θέση της σταδιακά στην ελιά. Ο μεγάλος παγετός που έπληξε τον ελαιώνα της Λέσβου το χειμώνα του 1850, γνωστός ως μεγάλη Καμάδα, γίνεται αιτία για φύτευση νέων ποικιλιών ελιάς από τη Μικρά Ασία και επεκτείνει τη μονοκαλλιέργεια της ελιάς σε ολόκληρο το νησί.

Η γεωγραφική θέση του νησιού, πολύ κοντά στην Κωνσταντινούπολη και τη Μαύρη Θάλασσα, έδωσαν ώθηση στο εμπόριο του λαδιού. Ταυτόχρονα, σημαντικά κεφάλαια από τους Λέσβιους της διασποράς, οι οποίοι, μετά τον παγετό και τον καταστροφικό σεισμό του 1867 βρίσκονταν ήδη στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και δημιούργησαν σημαντικές περιουσίες, ευνόησαν τον εκσυγχρονισμό και την ανανέωση της ελαιουργίας του νησιού. Η Λέσβος είναι η πρώτη περιοχή της Ελλάδος που είχε συστηματική βιομηχανική παραγωγή λαδιού πριν από την απελευθέρωσή της, το 1912. Αυτή την περίοδο, λειτουργούσαν στο νησί 113 ατμοκίνητα εργοστάσια. Αυτή η εποχή κληροδοτούσε στο νησί μοναδικά κτίσματα, όπως ελαιοτριβεία, εργοστάσια αποθήκευσης και συσκευασίας λαδιού, σαπωνοποιεία, τα οποία σήμερα είναι στολίδια. της βιοτεχνικής και βιομηχανικής ιστορία της χώρας μας.

Ελαιώνες που φτάνουν τη θάλασσα, δημιουργούν ένα μοναδικό ασημένιο δάσος.


Έδαφος, ιδανικό μικροκλίμα και ξεχωριστές ποικιλίες ελιάς αποτελούν το συνδυασμό για το κορυφαίο λάδι που παράγει το νησί. O ελαιώνας της Λέσβου καλύπτει 450.000 στρέμματα, που αντιπροσωπεύουν το 29% της συνολικής έκτασης του νησιού και το 79% της καλλιεργήσιμης έκτασής του. Περισσότερα από 11.000.000 ελαιόδενδρα παράγουν τον πολύτιμο καρπό της ελιάς. Στο νότιο και νοτιοανατολικό τμήμα, όπου υπάρχουν ασβεστολιθικά πετρώματα και σχιστόλιθοι, κυριαρχεί η καλλιέργεια της Κολοβής ή γνωστής και ως Μυτιληνιά, που αντιπροσωπεύει το 65% του λεσβιακού ελαιώνα, ενώ ανατολικά και βορειοανατολικά, στα ηφαιστειογενή εδάφη, η Αδραμυτινή που αποτελεί το 30%. Καλλιεργείται επίσης η Λαδολιά ή θρούμπα και άλλες ποικιλίες σε ποσοστό μικρότερο του 5%.

Το λάδι που παράγεται από την Κολοβή χαρακτηρίζεται από έντονα, φρουτώδη αρώματα, απαλή γλυκιά γεύση και χρυσοπράσινο χρώμα. Είναι από τις καλύτερες ελαιοποιήσιμες ποικιλίες, τόσο από πλευράς ελαιοπεριεκτικότητας, όσο και από πλευράς ποιότητας παραγόμενου λαδιού. Το λάδι της Αδραμυτινής είναι λεπτόρευστο, με εξαιρετικό άρωμα και η πρώιμη ωρίμανσή της εξασφαλίζει το χρυσαφένιο χρώμα του.

Η χαρακτηριστική λεπτόρευστη υφή του Λεσβιακού λαδιού οφείλεται στο σχετικά αυξημένο βαθμό ακορεστότητας των λιπαρών του οξέων, σε σχέση με άλλα παχύρρευστα ελαιόλαδα, γεγονός που του δίνει πρόσθετη βιολογική αξία. Τα μοναδικά του αρώματα τα χρωστάει στα δεκάδες αρωματικά φυτά που φυτρώνουν μέσα στους ελαιώνες. Δεντρολίβανο, ρίγανη, φασκόµηλο, θυμάρι, θρούμπι, βαλσαµόχορτο, μαζί με οπωροφόρα δέντρα και πικραμύγδαλα που γειτνιάζουν με τα ελαιόδεντρα. Το χρυσοκίτρινο χρώμα του, οφείλεται στη μικρή περιεκτικότητά του σε χλωροφύλλη, που βοηθά κάθε εμφιαλωμένου προϊόντος ενάντια στο χρόνο. Αυτό το μοναδικό χρυσαφένιο χρώμα, χάρισε στη Λέσβο το προσωνύμιο το «χρυσό νησί». Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελαιολάδου της Λέσβου έχουν και επίσημα αναγνωρισθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία το έχει κατοχυρώσει ως Προϊόν Γεωγραφικής Ένδειξης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...