Σελίδες1

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

" Ελαιόλαδο, ελιά και διατροφή

Το ελαιόλαδο και οι βρώσιμες ελιές είναι μια σπουδαία λιπαρή ύλη στη διατροφή του ανθρώπου με αναμφισβήτητα βιολογική και θρεπτική αξία και για το λόγο αυτό θα πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της διατροφής.

Η διατροφική αξία της ελιάς

Η ελιά, καρπός δένδρων της οικογένειας των ελαιοειδών, θεωρείτε από τα πλέον παραδοσιακά προϊόντα της Ελλάδας.

Από την Μινωική περίοδο μέχρι σήμερα, ο καρπός της ελιάς αποτελεί βασικό στοιχείο της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας του τόπου μας.Το ελαιόλαδο, ¨φυσικός χυμός¨  που παράγεται από τον καρπό της ελιάς, εκτός από τη διατροφή χρησιμοποιείτε από την αρχαιότητα μέχρι και σήμερα, ως φωτιστική και καύσιμη ύλη, ως φάρμακο, ως καλλυντικό ακόμα και ως λιπαντικό.Οι ευεργετικές ιδιότητες του ελαιολάδου και των βρώσιμων ελιών στην υγεία είναι πλέον γνωστές.

Ο καρπός της ελιάς αποτελείται από το επικάρπιο (μεμβράνη), το μεσοκάρπιο (σάρκα) και το ενδοκάρπιο (πυρήνας).

Η μέση ενεργειακή τιμή της ελιάς είναι
μεγαλύτερη των άλλων φρούτων και λαχανικών.

Ο καρπός της ελιάς επεξεργασμένος, όπως προσφέρεται στο τραπέζι μας, περιέχει ελαιόλαδο & πρωτεΐνες  με παρόντα όλα σχεδόν τα κύρια αμινοξέα-σάκχαρα, τανίνες, στερογλυκοζίτες, κερεμπροζίτες και σουλφολίθη. Επίσης, ανόργανα στοιχεία με βιολογική αξία για τον ανθρώπινο οργανισμό, όπως ο σίδηρος, το ασβέστιο, το κάλιο, το μαγνήσιο, ο φώσφορος και άλλα. Είναι αξιοσημείωτο ότι η περιεκτικότητα της ελιάς σε ασβέστιο είναι μεγαλύτερη όχι μόνο από εκείνη των φρούτων και των λαχανικών, αλλά και των κρεάτων, των ψαριών, του ψωμιού κτλ. Είναι ίση με την περιεκτικότητα σε ασβέστιο του γάλακτος της αγελάδας. Τέλος, η ελιά είναι σημαντική πηγή βιταμίνης Α.

Τα κύρια συστατικά της σάρκας της ελιάς είναι: το νερό, το ελαιόλαδο, τα σάκχαρα, οι πρωτεΐνες, τα κόμμεα-ρητίνες, τα οργανικά οξέα, οι ταννίνες, η ελευρωπαίνη, τα ανόργανα συστατικά κ.ά. Οι βρώσιμες ελιές έχουν 10 φορές περισσότερα αντιοξειδωτικά από το ελαιόλαδο. Περιέχουν σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Α και Ε, οι οποίες σε συνδυασμό συμβάλουν στην καλή υγεία του δέρματος.

Σε μικρότερες ποσότητες περιέχουν βιταμίνες Β1, Β6 και Β12 οι οποίες βελτιώνουν την λειτουργία του νευρικού συστήματος και ενισχύουν το μεταβολισμό. Είναι πλούσιες σε φαινολικές ενώσεις που βοηθούν τη λειτουργία της καρδιάς και στην πρόληψη του καρκίνου και σε ιχνοστοιχεία όπως σίδηρο, φώσφορο, ασβέστιο και κάλιο. Ο σίδηρος είναι απαραίτητος για την καλή κατάσταση του αίματος, ο φώσφορος και το ασβέστιο είναι απαραίτητα για γερά οστά και δόντια και το κάλιο για την καλή λειτουργία της καρδιάς. Τέλος τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα και οι τοκοφερόλες που περιέχονται στις ελιές έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες, προσφέροντας προστασία από καρδιαγγειακά νοσήματα, εγκεφαλικά και καρκίνο.

Η ελιά σαν βρώσιμο ποΪόν

Οι ελιές που υπάρχουν άφθονες στο τόπο μας, αποτελούν ύστερα από κάποια επεξεργασία, πολύτιμο συμπλήρωμα στη καθημερινή διατροφή μας.

Η βρώσιμη ελιά ανοίγει την όρεξη, τονώνει και ωφελεί τον οργανισμό. Σύμφωνα με τους διαιτολόγους, κάθε άνθρωπος εκτός από τις άλλες τροφές, πρέπει να τρώει και 80 γραμ. ελιές την ημέρα, γιατί παίρνει από τις ελιές ασβέστιο, βιταμίνες και άλλα θρεπτικά συστατικά.

Η επεξεργασία που χρειάζεται είναι ανάλογη με την ποικιλία της ελιάς, το βαθμό ωριμάνσεως, το γούστο του ανθρώπου, κ.λ.π. Θεωρείται δε σωστή αυτή η επεξεργασία, όταν στις διατηρημένες ελιές εξασφαλίζει το καλό άρωμα, την όμορφη εμφάνιση και τη καλή γεύση.

Θρεπτική αξία

Ανάλογα με το μέγεθος τους, 5 μικρές ελιές ή 3 μεγάλες δίνουν 45 θερμίδες και ισοδυναμούν με ένα κουταλάκι του γλυκού ελαιόλαδο. Είναι επίσης καλή πηγή μονοακόρεστων λιπαρών οξέων.

 Οι ελιές είναι πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά και συναγωνίζονται με το αγνό παρθένο ελαιόλαδο. Περιέχουν σημαντικές ποσότητες βιταμίνης Α και καροτενοειδών και σε μικρές ποσότητες βιταμίνες Β1, Β6 και Β12. Οι μαύρες ελιές είναι πλουσιότερες σε συνολικές τοκοφερόλες σε σχέση με τις πράσινες και είναι οι μόνες που εμπεριέχουν β-τοκοφερόλες και α-τοκοτριενόλες. Τα ιχνοστοιχεία των ελιών είναι κάλιο, ασβέστιο, φώσφορο, σίδηρο και μαγνήσιο, ενώ αυτά που συντηρούνται σε άλμη περιέχουν μεγάλες ποσότητες νατρίου.

Οι ελιές εξ’ αιτίας της βιταμίνης Α βοηθά τον οργανισμό στην ανάπτυξη- αναπαραγωγή, όραση, δέρμα και έχει αντικαρκινική δράση ενώ οι τοκοφερόλες έχουν αντιοξειδωτικές ιδιότητες και επίσης αντικαρκινική δράση.

Τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα ενισχύουν τη λειτουργία του καρδιο-αναπνευστικού συστήματος και μας προφυλάσσουν από τις καρδιαγγειακές παθήσεις. Αυτοί που πάσχουν από υπέρταση καλό είναι να προσέχουν στην κατανάλωση εξ’ αιτίας του νατρίου (σε αυτές που διατηρούνται σε άλμη).

Οι ελιές υστερούν σε σχέση με το αγνό παρθένο ελαιόλαδο μόνο σε ό,τι αφορά την περιεκτικότητα τους σε βιταμίνη Ε, από την οποία περιέχουν αμελητέα ποσότητα. Ωστόσο, εξασφαλίζουν με την κατανάλωση τους επαρκή αντιοξειδωτική προστασία στον οργανισμό, καθώς έχουν σχετικά υψηλή περιεκτικότητα σε καροτενοειδή και κυρίως σε β-καροτένιο (προβιταμίνη Α). Άρα μπορεί να αποτελέσουν μέρος μιας αντιγηραντικής διατροφής που όχι μόνο παρατείνει τη νεότητα της επιδερμίδας, αλλά ταυτόχρονα λειτουργεί και σαν αντίδοτο για τα εκφυλιστικά νοσήματα ή τα λεγόμενα νοσήματα φθοράς, στα οποία ανήκουν οι καρδιακές παθήσεις, οι διάφορες μορφές καρκίνου και ο διαβήτης τύπου 2.

Η διατροφική αξία του ελαιόλαδου
Το ελαιόλαδο δεν κατέχει τυχαία τόσο σημαντική θέση στη μεσογειακή διατροφή. Η διατροφική του αξία ήταν αυτή που ανέδειξε τη σημασία του στην καθημερινότητά μας και μιλώντας για τη διατροφική του αξία αναφερόμαστε στην περιεκτικότητά του σε ‘καλά’ - ακόρεστα λιπαρά, σε λιποδιαλυτές βιταμίνες (βιταμίνη E) και σε αντιοξειδωτικά συστατικά, όπως οι πολυφαινόλες.
Τα έλαια περιέχουν λιπαρά οξέα, τα οποία διακρίνονται σε τρία είδη:

- κορεσμένα

- μονοακόρεστα

- και πολυακόρεστα

Τα ζωικά λίπη περιέχουν κυρίως κορεσμένα λιπαρά οξέα, τα σπορέλαια πολυακόρεστα, ενώ το ελαιόλαδο περιέχει κυρίως μονοακόρεστα λιπαρά οξέα σε ποσοστό μέχρι και 83%. Το ελαϊκό οξύ, το βασικό συστατικό του ελαιόλαδου, αποτελεί ένα τέτοιο μονοακόρεστο λιπαρό οξύ.

Ως βασική πηγή μονοακόρεστων λιπαρών οξέων, το ελαιόλαδο βοηθά:

* Στη μείωση της «κακής» χοληστερίνης (LDL) στο αίμα

* Στη διατήρηση της περιεκτικότητας του αίματος σε «καλή» χοληστερίνη (HDL)

* Στην καλή λειτουργία του εντέρου

* Στην πρόληψη καρδιαγγειακών παθήσεων και στην προστασία του οργανισμού από τη στεφανιαία νόσο λόγω των ισχυρών αντιοξειδωτικών που περιέχει

* Στη θεραπεία του έλκους στομάχου και δωδεκαδάκτυλου, αφού διευκολύνει την πέψη

* Στη μείωση των γαστρικών υγρών

* Στην καλύτερη απορρόφηση του ασβεστίου από τον οργανισμό

* Στο σωστό μεταβολισμό των διαβητικών και κατά συνέπεια στην ισορροπία των τιμών του σακχάρου
* Στην πρόληψη του καρκίνου
* Ενώ τέλος... αναζωογονεί το δέρμα
Ακομα,περιεχει βιταμίνη Ε και άλλα αντιοξειδωτικά που την καθιστούν τροφή υψηλότατης θρεπτικής αξίας.
Η οσμή,η γεύση, και το χρώμα του σχετίζονται με την παρουσία περισσότερων από 30 φαινολικών ενώσεων.
Οι ενώσεις αυτές παρουσιάζουν ισχυρή αντιοξειδωτική, αντιθρομβωτική και αντιβακτηριδιακή δράση, ανάγοντας το ελαιόλαδο σε κάτι παραπάνω από ένα απλό τρόφιμο. Έτσι κανείς σήμερα δεν αμφιβάλλει ότι η σύσταση για κατανάλωση ελιών και ελαιολάδου είναι μια σύσταση με κατεύθυνση την προαγωγή της υγείας μας.
Αυτό όμως που δεν ήταν γνωστό μέχρι σήμερα και έρχεται να ισχυροποιήσει την αξία του ελαιολάδου είναι η συσχέτισή του με τη διαδικασία της πέψης.
Συγκεκριμένα, πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Food Chemistry (2004) και πραγματοποιήθηκε από ομάδα Ιταλών ερευνητών, έδειξε ότι μία ουσία που υπάρχει στο ελαιόλαδο (ελευρωπαίνη) φαίνεται να αυξάνει την κινητικότητα ενός ενζύμου (πεπσίνη) που ευθύνεται για την πέψη της πρωτείνης. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; H πρωτεΐνη της φέτας στην παραδοσιακή μας χωριάτικη σαλάτα φαίνεται να μεταβολίζεται καλύτερα με την παρουσία του ελαιολάδου . Γενικότερα,η προσθήκη ελαιολάδου σε σαλάτες με τόνο, κοτόπουλο και άλλες πρωτεϊνούχες πηγές φαίνεται να είναι η ενδεδειγμένη για την καλυτερη απορρόφηση πρωτείνης.
Τέλος,σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, μία δίαιτα πλούσια σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα, προστατεύει κατά της απώλειας της μνήμης και των λειτουργιών γνωστικής επεξεργασίας, που συνδέεται συχνά με την γήρανση.
Τα λιπαρά…
Η ευεργετική αξία του ελαιολάδου στο μεσογειακό πρότυπο διατροφής οφείλεται κυρίως στην περιεκτικότητά του σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα.
Τα μονοακόρεστα λιπαρά στη διατροφή έχουν συνδεθεί με τη διατήρηση της υγείας του καρδιαγγειακού συστήματος. Μελέτες έχουν δείξει ότι όταν τα κορεσμένα λιπαρά της διατροφής αντικατασταθούν από πολυακόρεστα και μονοακόρεστα (τα λεγόμενα ‘καλά’ λιπαρά), τότε φαίνεται να βελτιώνεται το λιπιδαιμικό προφίλ. Αυτός είναι και ο λόγος που διεθνείς οργανισμοί όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας καθώς και η Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία, συστήνουν την αντικατάσταση των κορεσμένων λιπαρών (ζωικά λιπαρά) από μονοακόρεστα (ελαιόλαδο) και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα (μαλακές μαργαρίνες, ξηροί καρποί, ψάρια). Ωστόσο επειδή ακριβώς τα λιπαρά είναι πλούσια σε θερμίδες είναι σημαντικό να δίνουμε έμφαση στην ποσότητα ελαιολάδου που καταναλώνουμε!
Τα αντιοξειδωτικά…
Η μείωση της συχνότητας των καρδιαγγειακών παθήσεων και άλλων χρόνιων νοσημάτων έχει συσχετισθεί με την κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε αντιοξειδωτικές ουσίες. Ο λόγος: τα αντιοξειδωτικά προστατεύουν από τη φθορά των μορίων και των μεμβρανών των κυττάρων. Οι πολυφαινόλες, αντιοξειδωτικά που τα γνωρίζουμε ως συστατικό του κρασιού, των κόκκινων φρούτων και του καφέ, αποτελούν ένα βασικό συστατικό του ελαιολάδου. Όταν χρησιμοποιούμε το ελαιόλαδο ως βασική πηγή λίπους της διατροφής μας καταφέρνουμε να καλύψουμε σημαντικό ποσοστό των ημερήσιων αναγκών μας σε αντιοξειδωτικά. Παράλληλα, τα φαινολικά συστατικά του ελαιολάδου φαίνεται να συσχετίζονται με την υγεία της καρδιάς, δρώντας ενάντια στο οξειδωτικό στρες, ενώ προστατεύουν και την ποιότητα του λαδιού αφού επηρεάζουν το άρωμα και τη γεύση του ελαιολάδου και ταυτόχρονα δρουν ενάντια στην οξείδωση του ίδιου του ελαίου.
Το ελαιόλαδο αποτελεί εξαιρετική πηγή βιταμίνης Ε, της λιποδιαλυτής βιταμίνης που εμφανίζει έντονη αντιοξειδωτική δράση. Η βιταμίνη Ε του ελαιολάδου είναι ένα ακόμη συστατικό του το οποίο συνδέεται με τη διατήρηση της υγείας της καρδιάς σε συνδυασμό με τις πολυφαινόλες του και τα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα που περιέχει. Η αντιοξειδωτική δράση της βιταμίνης Ε του ελαιολάδου έχει συσχετισθεί ωστόσο και με την πρόληψη της πρόωρης γήρανσης, καθώς φαίνεται πως η επαρκής πρόσληψή της έχει συνδεθεί με την προστασία από εκφυλιστικές παθήσεις όπως η νόσος του Alzheimer.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...